travestissement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

travestissement < travestir

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
travestissement travestissements

travestissement (fr) αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]