troupeau
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]| ενικός | πληθυντικός |
|---|---|
| troupeau | troupeaux |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]troupeau (fr) αρσενικό
| ενικός | πληθυντικός |
|---|---|
| troupeau | troupeaux |
troupeau (fr) αρσενικό