tulle
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tulle (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
tulle | tulles |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tulle (fr) αρσενικό
- το τούλι