tumble dryer
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]| ενικός | πληθυντικός |
| tumble dryer | tumble dryers |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]tumble dryer (en)
- (συσκευή) το στεγνωτήριο ρούχων
| ενικός | πληθυντικός |
| tumble dryer | tumble dryers |
tumble dryer (en)