tuono
Εμφάνιση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- tuono < λατινική tonus < αρχαία ελληνική τόνος
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
tuono | tuoni |
tuono (it) αρσενικό
Πηγές
[επεξεργασία]- tuono - Vocabolario Treccani online, Istituto della Enciclopedia Italiana (Istituto Treccani).