Μετάβαση στο περιεχόμενο

turmenti

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
turmenti < turment- + -i
ρήμα turmenti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας turmentas turmentanta turmentata
αόριστος turmentis turmentinta turmentita
μέλλοντας turmentos turmentonta turmentota
υποθετική turmentus - -
προστακτική turmentu - -

turmenti (eo)