Μετάβαση στο περιεχόμενο

turn up

Από Βικιλεξικό
ενεστώτας turn up
γ΄ ενικό ενεστώτα turns up
αόριστος turned up
παθητική μετοχή turned up
ενεργητική μετοχή turning up

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
turn up <  δείτε τις λέξεις turn και up

turn up (en)

  1. (αμετάβατο) βρίσκομαι, ειδικά τυχαία, αφού χαθώ
    παράδειγμα  The book you lost may turn up one of these days.
    Το βιβλίο που έχασες μπορεί να βρεθεί κάποια μέρα.
    παράδειγμα  Her purse turned up empty in the park.
    Η τσάντα της βρέθηκε άδεια στο πάρκο.
  2. (αμετάβατο) εμφανίζομαι, φαίνομαι, για άνθρωπο που φτάνει
    παράδειγμα  He had promised to come but he didn’t turn up.
    Είχε υποσχεθεί να έρθει αλλά δεν εμφανίστηκε.
    παράδειγμα  My secretary hasn’t turned up this morning.
    Η γραμματέας μου δεν φάνηκε σήμερα το πρωί.
     συνώνυμα:  δείτε τη λέξη appear
  3. (αμετάβατο) παρουσιάζομαι, για μια ευκαιρία που γίνεται ιδιαίτερα τυχαία
    παράδειγμα  For sure something will turn up (=some opportunity will present itself).
    Σίγουρα κάτι θα παρουσιαστεί (=κάποια ευκαιρία θα φανεί).
  4. (μεταβατικό) δυναμώνω, ανεβάζω, αυξάνω την ένταση του ήχου, της θερμότητας κτλ. για έναν εξοπλισμό
    παράδειγμα  Did you turn up the radio?
    Δυνάμωσες το ραδιόφωνο;
    παράδειγμα  Turn up the volume of the radio a bit.
    Ανέβασε λίγο την ένταση του ραδιοφώνου.
     συνώνυμα: raise
     αντώνυμα: turn down
  5. (μεταβατικό) ξεθάβω, βρίσκω κάτι
    παράδειγμα  While plowing, he turned up an ancient little statue.
    Ενώ όργωνε ξέθαψε ένα αρχαίο αγαλματίδιο.