tyran

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ti.ʁɑ̃/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
tyran tyrans

tyran (fr) αρσενικό

Ομώνυμα / Ομόηχα

[επεξεργασία]



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

tyran (pl) αρσενικό

  1. τύραννος

Συγγενικά

[επεξεργασία]



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

tyran (cs) αρσενικό

  1. τύραννος

Συγγενικά

[επεξεργασία]