Μετάβαση στο περιεχόμενο

unattractive

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός unattractive
συγκριτικός more unattractive
υπερθετικός most unattractive

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
unattractive < un- + attractive

Επίθετο

[επεξεργασία]

unattractive (en)

  • μη ελκυστικός
      I find them very unattractive.
    Τους βρίσκω πολύ μη ελκυστικούς.