unblinkingly
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- unblinkingly < unblinking + -ly
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ʌnˈblɪŋkɪŋli/
Επίρρημα[επεξεργασία]
unblinkingly (en)