uncirostre
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
uncirostre | uncirostres |
Επίθετο[επεξεργασία]
uncirostre (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
uncirostre | uncirostres |
uncirostre (fr) αρσενικό ή θηλυκό