unidentified
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- unidentified < un- + identified
Επίθετο
[επεξεργασία]unidentified (en)
- που έχει άγνωστη ή μη κατονομαζόμενη ταυτότητα, αταύτιστος, αταυτοποίητος, αγνώστου ταυτότητος