universaliste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
universaliste | universalistes |
Επίθετο[επεξεργασία]
universaliste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- (θρησκεία) που αποσκοπεί στην επικράτεια μιας μόνο θρησκείας
- που αποσκοπεί στην εφαρμογή σε όλους τους ανθρώπους, σε ολόκληρη την ανθρωπότητα