untangle

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας untangle
γ΄ ενικό ενεστώτα untangles
αόριστος untangled
παθητική μετοχή untangled
ενεργητική μετοχή untangling

Ετυμολογία [επεξεργασία]

untangle < un- + tangle

Ρήμα[επεξεργασία]

untangle (en)