unten

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Επίρρημα[επεξεργασία]

unten (de)

  • κάτω (=στο κάτω πάτωμα)
    er ist unten - είναι κάτω

Αντώνυμα[επεξεργασία]