vacataire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /va.ka.tɛːʁ/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
vacataire | vacataires |
vacataire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
vacataire | vacataires |
vacataire (fr) αρσενικό ή θηλυκό