vacuum cleaner
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
vacuum cleaner | vacuum cleaners |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
vacuum cleaner (en)
ενικός | πληθυντικός |
vacuum cleaner | vacuum cleaners |
vacuum cleaner (en)