vaginisme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /va.ʒi.nism/

Ετυμολογία [επεξεργασία]

vaginisme < vagin

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
vaginisme vaginismes

vaginisme (fr) αρσενικό