vasteco
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vasteco | vastecoj |
αιτιατική | vastecon | vastecojn |
vasteco (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vasteco | vastecoj |
αιτιατική | vastecon | vastecojn |
vasteco (eo)