vengeance
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]
Πηγές
[επεξεργασία]- vengeance - Cambridge Dictionary online
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
vengeance | vengeances |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]vengeance (fr) θηλυκό
- η εκδίκηση