vermivore

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
vermivore vermivores

Επίθετο[επεξεργασία]

vermivore (fr) αρσενικό ή θηλυκό