vicinal

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

vicinal < λατινική vicinalis < vicinus (γείτονας) < vicus (χωριό)

Επίθετο[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό vicinal vicinaux
θηλυκό vicinale vicinales

vicinal (fr)

  • που βρίσκεται ανάμεσα σε χωριά
    chemin vicinal - δρόμος ανάμεσα σε χωριά