vilify
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | vilify |
γ΄ ενικό ενεστώτα | vilifies |
αόριστος | vilified |
παθητική μετοχή | vilified |
ενεργητική μετοχή | vilifying |
Ρήμα[επεξεργασία]
vilify (en)
ενεστώτας | vilify |
γ΄ ενικό ενεστώτα | vilifies |
αόριστος | vilified |
παθητική μετοχή | vilified |
ενεργητική μετοχή | vilifying |
vilify (en)