vinasse
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
vinasse | vinasses |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
vinasse (fr) θηλυκό
- (τεχνολογία) υγρό υπόλειμμα οινοπνευματωδών ποτών· υπόλειμμα της παραγωγής ζάχαρης
- το παλιόκρασο