violoncello
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- violoncello < violone (< viola + -one < παλαιά οξιτανικά viola < μεσαιωνική λατινική *vitula) + -cello
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
violoncello (it)