vipère
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
vipère | vipères |
vipère (fr)
- η οχιά
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- (μεταφορικά) langue de vipère : κακολόγος άνθρωπος