vissage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
vissage | vissages |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
vissage (fr) αρσενικό
- το βίδωμα
ενικός | πληθυντικός |
vissage | vissages |
vissage (fr) αρσενικό