vitrifiable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
vitrifiable | vitrifiables |
Επίθετο
[επεξεργασία]vitrifiable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- που μπορεί να μετατραπεί σε γυαλί
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη vitrifier