vomitif
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | vomitif | vomitifs |
θηλυκό | vomitive | vomitives |
vomitif (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | vomitif | vomitifs |
θηλυκό | vomitive | vomitives |
vomitif (fr)