vulpido
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vulpido | vulpidoj |
αιτιατική | vulpidon | vulpidojn |
vulpido (eo)
- η μικρή αλεπού
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vulpido | vulpidoj |
αιτιατική | vulpidon | vulpidojn |
vulpido (eo)