vulpin
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | vulpin | vulpins |
θηλυκό | vulpine | vulpines |
Επίθετο
[επεξεργασία]vulpin (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | vulpin | vulpins |
θηλυκό | vulpine | vulpines |
vulpin (fr)