własność
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
własność (pl) θηλυκό
- η ιδιοκτησία
- (επιστήμες) η ιδιότητα