wagary
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
wagary (pl) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- η κοπάνα, το σκασιαρχείο
wagary (pl) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό