wai
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μάορι
(mi)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
wai
(mi)
νερό
Κατηγορίες
:
Γλώσσα μάορι
Ουσιαστικά (μάορι)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Get shortened URL
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Afrikaans
Azərbaycanca
Беларуская
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
Euskara
Suomi
Na Vosa Vakaviti
Français
Frysk
Magyar
Bahasa Indonesia
Íslenska
日本語
Jawa
한국어
Kurdî
Кыргызча
Lietuvių
Malagasy
Māori
Монгол
Bahasa Melayu
Dorerin Naoero
Nederlands
Polski
Português
Русский
Slovenčina
Slovenščina
Gagana Samoa
Svenska
Тоҷикӣ
ไทย
Türkçe
Oʻzbekcha / ўзбекча
Walon
中文
Bân-lâm-gú