weißrussisch
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈvaɪ̯sˌʁʊsɪʃ/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : weiß‐rus‐sisch
Επίθετο[επεξεργασία]
weißrussisch (de)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- weißrussisch - Duden online.