wettern
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]wettern (de)
- διαμαρτύρομαι κάνοντας μεγάλο θόρυβο
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη Wetter
wettern (de)