wtorek
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- wtorek < από το επίθετο wtóry (δεύτερος)
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]wtorek (pl) αρσενικό
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Οι μέρες της εβδομάδας | |||||||||||
Δευτέρα | Τρίτη | Τετάρτη | Πέμπτη | Παρασκευή | Σάββατο | Κυριακή | |||||
poniedziałek | wtorek | środa | czwartek | piątek | sobota | niedziela |