Μετάβαση στο περιεχόμενο

yarın

Από Βικιλεξικό

Επίρρημα

[επεξεργασία]

yarın (tr)

  1. αύριο
  2. yarından sonra: μεθαύριο

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

yarın (tr)

  1. το αύριο
  2. το μέλλον