yogourt
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
yogourt | yogourts |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
yogourt (fr), yaourt, yoghourt αρσενικό
- το γιαούρτι
ενικός | πληθυντικός |
yogourt | yogourts |
yogourt (fr), yaourt, yoghourt αρσενικό