zecca
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
- zecca < αραβική سكه (sikka) < από τη ρίζα sakk (= σκάβω), μείωση της Αραβικής λέξης - ως sikka (= εγχώριο νόμισμα)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
zecca (it) θηλυκό
Επίθετο[επεξεργασία]
zecca (it) θηλυκό
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
- zecca < λομβαρδική Zekk (συγκρίνετε με το γερμανικό Ζeκ)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
zecca (it) θηλυκό
- (εντομολογία) τα τσιμπούρια