zestaw
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
zestaw (pl) αρσενικό
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
zestaw (pl)
- β΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής του ρήματος zestawić