Μετάβαση στο περιεχόμενο

zit

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
zit zits

zit (en)