zwrot
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
zwrot < zwracać
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
zwrot (pl) αρσενικό
- η στροφή, η αλλαγή κατεύθυνσης
- statek wykonał zwrot w prawo - το πλοίο έκανε στροφή προς τα δεξιά
- η φράση