zwrot
Εμφάνιση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]zwrot < zwracać
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]zwrot (pl) αρσενικό
- η στροφή, η αλλαγή κατεύθυνσης
- statek wykonał zwrot w prawo - το πλοίο έκανε στροφή προς τα δεξιά
- η φράση