Βούλγαρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: βούλγαρος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Βούλγαρος οι Βούλγαροι
      γενική του Βούλγαρου των Βούλγαρων
    αιτιατική τον Βούλγαρο τους Βούλγαρους
     κλητική Βούλγαρε Βούλγαροι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Βούλγαρος < μεσαιωνική ελληνική Βούλγαρος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈvul.ɣa.ɾos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βούλ‐γα‐ρος

Κύριο όνομα 1[επεξεργασία]

Βούλγαρος αρσενικό (θηλυκό Βουλγάρα)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κύριο όνομα 2[επεξεργασία]

Βούλγαρος αρσενικό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Βούλγαρος < τουρκική Bulğar

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Βούλγαρος αρσενικό

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

Βούλγαρος Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].