Δαρβίνος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Δαρβίνος οι Δαρβίνοι
      γενική του Δαρβίνου των Δαρβίνων
    αιτιατική τον Δαρβίνο τους Δαρβίνους
     κλητική Δαρβίνε Δαρβίνοι
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Δαρβίνος < (άμεσο δάνειο) αγγλική Darwin + -ος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ðaɾˈvi.nos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Δαρ‐βί‐νος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Δαρβίνος αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]