ασθενής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
+ ετυμ
french translation
Γραμμή 14: Γραμμή 14:
<!-- * {{bg}} : {{ξεν|bg|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{bg}} : {{ξεν|bg|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{br}} : {{ξεν|br|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{br}} : {{ξεν|br|ΧΧΧ}} -->
* {{fr}} : {{ξεν|fr|patient}} {{α}}, {{ξεν|fr|malade}} {{α}}
* {{fr}} : {{ξεν|fr|patient}} {{α}}, {{ξεν|fr|malade}} {{α}}, {{ξεν|fr|chétif}} {{α}}
<!-- * {{de}} : {{ξεν|de|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{de}} : {{ξεν|de|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{da}} : {{ξεν|da|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{da}} : {{ξεν|da|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 14:28, 26 Μαρτίου 2008

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ-

ασθενής < αρχαία ελληνικά : ἀσθενής

Πρότυπο:-ουσ- ασθενής αρσενικό ή θηλυκό

Ο άρρωστος, που πάσχει από μία ασθένεια.

Πρότυπο:-μτφ-


Πρότυπο:-επιθ- ασθενής αρσενικό ή θηλυκό, ασθενές ουδέτερο

  1. Που είναι άρρωστος.
    Οι γεωργοί θα ξεριζώσουν τα ασθενή φυτά.
  2. Αδύναμος.
    Το ασθενές φύλο.

Πρότυπο:-μτφ-