αγώνας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) fr |
||
Γραμμή 35: | Γραμμή 35: | ||
{{-μτφ-}} |
{{-μτφ-}} |
||
{{(}} |
{{(}} |
||
* {{en}} : {{ξεν|en|fight}}, {{ξεν|en|battle}}, {{ξεν|en|effort}}, {{ξεν|en|struggle}}, {{ξεν|en|game}}, {{ξεν|en|match}} |
* {{en}} : {{ξεν|en|fight}}, {{ξεν|en|battle}}, {{ξεν|en|effort}}, {{ξεν|en|struggle}}, {{ξεν|en|game}}, {{ξεν|en|match}} |
||
Γραμμή 48: | Γραμμή 47: | ||
<!-- * {{bg}} : {{ξεν|bg|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{bg}} : {{ξεν|bg|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{br}} : {{ξεν|br|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{br}} : {{ξεν|br|ΧΧΧ}} --> |
||
* {{fr}} : {{ξεν|fr|lutte}}, {{ξεν|fr|concours}}, {{ξεν|fr|combat}}, {{ξεν|fr|bataille}}, {{ξεν|fr|partie}}, {{ξεν|fr|match}} |
* {{fr}} : {{ξεν|fr|lutte}}, {{ξεν|fr|concours}}, {{ξεν|fr|combat}}, {{ξεν|fr|bataille}}, {{ξεν|fr|partie}}, {{ξεν|fr|match}}, {{ξεν|fr|course}} |
||
⚫ | |||
<!-- * {{de}} : {{ξεν|de|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{de}} : {{ξεν|de|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{yi}} : {{ξεν|yi|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{yi}} : {{ξεν|yi|ΧΧΧ}} --> |
||
Γραμμή 75: | Γραμμή 75: | ||
<!-- * {{la}} : {{ξεν|la|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{la}} : {{ξεν|la|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{lv}} : {{ξεν|lv|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{lv}} : {{ξεν|lv|ΧΧΧ}} --> |
||
⚫ | |||
<!-- * {{lt}} : {{ξεν|lt|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{lt}} : {{ξεν|lt|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{lb}} : {{ξεν|lb|XXX}} --> |
<!-- * {{lb}} : {{ξεν|lb|XXX}} --> |
Αναθεώρηση της 09:10, 12 Μαΐου 2008
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | αγώνας | οι | αγώνες |
γενική | του | αγώνα | των | αγώνων |
αιτιατική | τον | αγώνα | τους | αγώνες |
κλητική | αγώνα | αγώνες | ||
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- αγώνας < αρχαία ελληνική ἀγών
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; : /a.'ɣɔ.nas/
Πρότυπο:-ουσ- αγώνας αρσενικό
- η επίπονη προσπάθεια για την επίτευξη ενός σκοπού
- χρειάζεται μεγάλλος αγώνας για την κατάκτηση της πρώτης θέσης
- η οργανωμένη και συστηματική κινητοποίηση για την επίτευξη ενός σκοπού
- ο αγώνας του Πολυτεχνείου / των εργατών
- η σύγκρουση δύο αντίπαλων στρατιωτικών παρατάξεων
- (συνεκδοχικά, συνήθως με κεφαλαίο) το σύνολο των μαχών, ο πόλεμος
- ο Μακεδονικός Αγώνας
- (αθλητισμός) η οργανωμένη αναμέτρηση αθλητών ή ομάδων σε ένα συγκεκριμένο άθλημα
- (πληθυντικός) οι αθλητικές αναμετρήσεις μεταξύ ομάδων, συλλόγων ή και κρατών, οι οποίες έχουν οργανωθεί μετά απο επίσημη ανάθεση σε κάποια πόλη ή κράτος
- οι Ολυμπιακοί Αγώνες
- αγωνίστηκα τον αγώνα τον καλό : αγωνίστηκα χωρίς να παραιτηθώ από τις ιδέες και τις αρχές μου
- αγώνας δρόμου: (κυριολεκτικά) άθλημα όπου οι αθλητές διαγωνίζονται στο τρέξιμο // (μεταφορικά) για ό,τι γίνεται με ταχείς ρυθμούς προκειμένου να προλάβει κάποιος κάτι
- δικαστικός αγώνας : η δίκη
- δίνω αγώνα για κάτι : κοπιάζω, μοχθώ
|