πρόοδος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) eo |
μ Ρομπότ: Προσθήκη: en:πρόοδος |
||
Γραμμή 86: | Γραμμή 86: | ||
{{κλείδα ταξινόμησης|προοδοσ}} |
{{κλείδα ταξινόμησης|προοδοσ}} |
||
[[en:πρόοδος]] |
|||
[[pt:πρόοδος]] |
[[pt:πρόοδος]] |
Αναθεώρηση της 21:20, 16 Μαΐου 2008
Πρότυπο:-ουσ- πρόοδος θηλυκό (πληθυντικός: πρόοδοι)
- Η βελτίωση, ο δρόμος προς κάτι καλύτερο.
- Βλέπω τις προόδους που κάνεις στο σχολείο και χαίρομαι!
- ΔΦΑ : /'pɾo̞.o̞.ðo̞s/