άβυσσος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Αλλαγή της σύνταξης του προτύπου ΔΦΑ
μ Ρομπότ: Προσθήκη: io:άβυσσος, it:άβυσσος
Γραμμή 96: Γραμμή 96:


[[fr:άβυσσος]]
[[fr:άβυσσος]]
[[io:άβυσσος]]
[[it:άβυσσος]]

Αναθεώρηση της 16:40, 26 Μαΐου 2008

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ-

άβυσσος αρχαία ελληνικήἄβυσσος < επίθετο ἄβυσσος

Πρότυπο:-προφ-

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Πρότυπο:-ουσ- άβυσσος θηλυκό

  1. μεγάλο και απότομο βάθος σε πηγάδι, λίμνη, θάλασσα
  2. βαθύ χάσμα γης, βάραθρο
  3. απέραντη, αμέτρητη, χαώδης έκταση
  4. (μεταφορικά) το πιο βαθύ σημείο της ψυχής, της καρδιάς

Πρότυπο:-μτφ-