εξάπτομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
συγγενικά
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 2: Γραμμή 2:


{{-ετυμ-}}
{{-ετυμ-}}
: '''{{PAGENAME}}''' < [[εξάπτω]]
: '''{{PAGENAME}}''' < παθητική φωνή του [[εξάπτω]]


{{-ρημ-|el}}
{{-ρημ-|el}}
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}''' {{el-ρήμα||εξαφθώ|εξάφθηκα||εξημμένος}}
# με [[εξάπτω|εξάπτουν]]
* [[θυμώνω]], [[νευριάζω]] εύκολα
#: ''με αυτές τις διηγήσεις '''εξάφθηκε''' η φαντασία του''
: ''μην '''εξάπτεσαι''', θα σου τα εξηγήσω όλα!''
# [[θυμώνω]], [[νευριάζω]], "[[ανάβω]]"
#: ''μην '''εξάπτεσαι''', θα σου τα εξηγήσω όλα!''


{{-συνων-}}
{{-συνων-}}

Αναθεώρηση της 14:23, 18 Ιουλίου 2009

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ-

εξάπτομαι < παθητική φωνή του εξάπτω

Πρότυπο:-ρημ- εξάπτομαι , στ.μέλλ.: θα εξαφθώ, αόρ.: εξάφθηκα, μτχ.π.π.: εξημμένος

  1. με εξάπτουν
    με αυτές τις διηγήσεις εξάφθηκε η φαντασία του
  2. θυμώνω, νευριάζω, "ανάβω"
    μην εξάπτεσαι, θα σου τα εξηγήσω όλα!

Πρότυπο:-συνων-

Πρότυπο:-συγγ-

Πρότυπο:-μτφ-